Παρασκευή 29 Ιουλίου 2016

Η κατάσταση της εργατικής τάξης(Δημήτρης Κατσορίδας*)


Εργάτες σε οικοδομή
Σκοπός του παρόντος κειμένου είναι να διερευνήσει τις ραγδαίες αλλαγές που έχουν συντελεστεί στην απασχόληση κατά την περίοδο πριν από την οικονομική κρίση μέχρι σήμερα (2006-2016).

Από την ομαδοποίηση των κοινωνικών τάξεων προκύπτουν τρία ταξικά σύνολα με υποσύνολα το καθένα:
1) οι ανώτερες τάξεις, με «αστική αντικειμενική πόλωση», που περιλαμβάνουν τόσο τα αστικά όσο και τα μικροαστικά στρώματα, καθώς επίσης τα στελέχη επιχειρήσεων, τους διευθυντές, τους ανώτερους και ανώτατους υπαλλήλους των κατασταλτικών μηχανισμών κ.λπ.,

2) οι ενδιάμεσες κατηγορίες, που χαρακτηρίζονται από ανομοιογένεια (αυτοαπασχολούμενοι χωρίς προσωπικό, συμβοηθούντα και μη αμειβόμενα μέλη στην οικογενειακή επιχείρηση κ.λπ.), και

3) οι εργατικές-λαϊκές τάξεις, με «προλεταριακή αντικειμενική πόλωση» (μισθωτοί και άνεργοι).

Ως ποσοστό της συνολικής απασχόλησης, το πρώτο ταξικό σύνολο βαίνει μειούμενο, το δεύτερο παρουσιάζει αυξητικές τάσεις, ενώ το τρίτο, το οποίο μας ενδιαφέρει περισσότερο και αφορά τη μισθωτή εργασία, φαίνεται ότι μειώνεται συνεχώς κατά την εξεταζόμενη περίοδο.


Συγκεκριμένα, η μισθωτή απασχόληση, από 2.846.100 άτομα το 2006, ανέρχεται σε 2.954.900 το 2008, που είναι το έτος έναρξης της κρίσης.
Σκοπός του παρόντος κειμένου είναι να διερευνήσει τις ραγδαίες αλλαγές που έχουν συντελεστεί στην απασχόληση κατά την περίοδο πριν από την οικονομική κρίση μέχρι σήμερα (2006-2016).

Από την ομαδοποίηση των κοινωνικών τάξεων προκύπτουν τρία ταξικά σύνολα με υποσύνολα το καθένα:

1) οι ανώτερες τάξεις, με «αστική αντικειμενική πόλωση», που περιλαμβάνουν τόσο τα αστικά όσο και τα μικροαστικά στρώματα, καθώς επίσης τα στελέχη επιχειρήσεων, τους διευθυντές, τους ανώτερους και ανώτατους υπαλλήλους των κατασταλτικών μηχανισμών κ.λπ.,

2) οι ενδιάμεσες κατηγορίες, που χαρακτηρίζονται από ανομοιογένεια (αυτοαπασχολούμενοι χωρίς προσωπικό, συμβοηθούντα και μη αμειβόμενα μέλη στην οικογενειακή επιχείρηση κ.λπ.), και

3) οι εργατικές-λαϊκές τάξεις, με «προλεταριακή αντικειμενική πόλωση» (μισθωτοί και άνεργοι).

Ως ποσοστό της συνολικής απασχόλησης, το πρώτο ταξικό σύνολο βαίνει μειούμενο, το δεύτερο παρουσιάζει αυξητικές τάσεις, ενώ το τρίτο, το οποίο μας ενδιαφέρει περισσότερο και αφορά τη μισθωτή εργασία, φαίνεται ότι μειώνεται συνεχώς κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

Συγκεκριμένα, η μισθωτή απασχόληση, από 2.846.100 άτομα το 2006, ανέρχεται σε 2.954.900 το 2008, που είναι το έτος έναρξης της κρίσης.
Στη συνέχεια και μέχρι το 2013 οι μισθωτοί μειώνονται συνεχώς με αποτέλεσμα να αριθμούν 2.192.500 άτομα (δηλαδή, έχουμε μείωση κατά 653.600 άτομα μεταξύ 2008-2013), ενώ παρουσιάζουν αύξηση μεταξύ 2013-16 κατά 179.400 άτομα.

Επίσης, ένα μεγάλο σύνολο του εργατικού δυναμικού αποτελούν πλέον και οι άνεργοι.

Η ανεργία από 8,4% το 2008 (418.600 άτομα) εκτινάσσεται στο 27,8% το 2014 (1.342.300 άτομα).

Εκτοτε, σημειώνεται μια αποκλιμάκωσή της, καθώς οι άνεργοι μειώνονται κατά 147.200 μεταξύ 2015-16 (σύνολο ανέργων 2015: 1.272.500 ή 26,6% - 2016: 1.195.100 ή 25%).

Η αυξανόμενη ανεργία διογκώνει τον «εφεδρικό στρατό» πιέζοντας τους μισθούς προς τα κάτω.

Οι λόγοι που μεταξύ 2015-16 εμφανίζεται σχετική μείωση της ανεργίας με παράλληλη αύξηση της απασχόλησης είναι, κατά πρώτον, το γεγονός ότι ένα τμήμα των ανέργων έχει βγει από την αγορά εργασίας διότι έχει σταματήσει να αναζητά εργασία και, κατά δεύτερον, ότι με τη νεοεκλεγείσα κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, τον Ιανουάριο του 2015, υπήρξε μια μικρή χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων (π.χ. δεν είχαμε κόψιμο σε μισθούς και συντάξεις) το πρώτο εξάμηνο του 2015, που βοήθησε στη μικρή αύξηση της απασχόλησης.

Η εν λόγω οικονομική χαλάρωση ανατράπηκε με την υπογραφή του 3ου Μνημονίου, του οποίου τα μέτρα εξακολουθούν να είναι υφεσιακά.
Επιπρόσθετα, στη μείωση της ανεργίας συνέβαλε και η εκροή εργατικού δυναμικού λόγω μετανάστευσης. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη διοικήτρια του ΟΑΕΔ, Μαρία Καραμεσίνη, την πενταετία 2010-14 μετανάστευσαν 250.000 άτομα, ηλικίας 20-34 ετών, που αντιπροσωπεύουν το 48% του συνόλου αυτών που μετανάστευσαν από την Ελλάδα στο εξωτερικό την ίδια περίοδο.

Η μετανάστευση μείωσε και εξακολουθεί να μειώνει τον όγκο και το ποσοστό της ανεργίας, ιδιαίτερα στους νέους, επειδή περιόρισε το διαθέσιμο εργατικό δυναμικό.

Ο λόγος που από το 2014 και μετά αρχίζει να αυξάνεται η απασχόληση είναι τα προγράμματα κατάρτισης και απασχόλησης, όπως π.χ. τα πεντάμηνα προγράμματα κοινωφελούς απασχόλησης, αλλά και οι θέσεις που δημιουργήθηκαν στον τουρισμό, στο εμπόριο, στη μεταποίηση κ.λπ.

Ομως, παρά την αύξηση της απασχόλησης από το 2014 και μετά, επί της ουσίας πρόκειται για ανακυκλούμενες θέσεις εργασίας και όχι για σταθερή απασχόληση, γι’ αυτό εξάλλου έχουμε μόνιμα πάνω από 1.000.000 ανέργους.

Πρώτο συμπέρασμα που μπορούμε να εξαγάγουμε είναι πως παρ’ ότι το μέγεθος της μισθωτής εργασίας, ως ποσοστό του εργατικού δυναμικού, μειώνεται την περίοδο 2008-2014, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και των μνημονιακών πολιτικών, οι εργατικές-λαϊκές τάξεις ως σύνολο συγκροτούν μια διαρκώς αυξανόμενη, πληττόμενη κοινωνική πλειοψηφία.
Υπό αυτήν την έννοια, αν στη μισθωτή εργασία προσθέσουμε τους ανέργους, οι οποίοι κατά βάση προέρχονται από τους κόλπους της μισθωτής εργασίας ή όσοι δεν προέρχονται πολώνονται προς αυτήν εξαιτίας της κρίσης που τους οδηγεί στην προλεταριοποίηση, και αν συνυπολογίσουμε ένα τμήμα των εργαζομένων που εργάζονται στη μαύρη αγορά εργασίας και δεν καταγράφονται στις έρευνες εργατικού δυναμικού, καθώς επίσης και ένα τμήμα όσων δηλώνουν αυτοαπασχολούμενοι (χωρίς προσωπικό), οι οποίοι όμως προσφέρουν τις υπηρεσίες τους ως μισθωτοί συνήθως με Δελτίο Παροχής Υπηρεσιών, τότε το πραγματικό μέγεθος της εργατικής τάξης είναι, κατά πώς φαίνεται, πολύ μεγαλύτερο από τα στατιστικά στοιχεία, δηλαδή υπερβαίνει κατά πολύ το 60%.

Από τα προαναφερθέντα στοιχεία φαίνεται ότι έχει επέλθει μια ριζική αναδιάρθρωση στο εσωτερικό των δυνάμεων της εργασίας, όπου τα στρώματα που πλήττονται από την οικονομική κρίση και τα μνημόνια καταλαμβάνουν ολοένα και μεγαλύτερο ειδικό βάρος από την άποψη του μεγέθους στο σύνολο της εργατικής τάξης.

Είναι αυτό που επισημάναμε στην αρχή ότι έχουμε μια «προλεταριακή αντικειμενική πόλωση».

Κατά συνέπεια, μια πολιτική που θέλει να διακρίνεται από ταξική μεροληψία υπέρ των δυνάμεων της εργασίας, οφείλει να κινείται στον αντίποδα των μνημονιακών πολιτικών.

Σημαίνει διαφορετικό πολιτικό σχέδιο, το οποίο θα περιλαμβάνει «τομές, ρήξεις και συγκρούσεις με το ντόπιο και ευρωπαϊκό κατεστημένο», και ένα διαφορετικό όραμα για την κοινωνία.
Πάνω σ’ αυτόν τον άξονα ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδίκησε την εξουσία και συσπείρωσε γύρω του τη μεγάλη πλειοψηφία της πληττόμενης κοινωνίας.

Η επιστροφή του σε αυτές τις ράγες είναι η μόνη διέξοδος για την πολιτική του επιβίωση, έστω και αν «πέσει ηρωικά από την εσωτερική ή εξωτερική τρόικα και όχι ταπεινωτικά από την ίδια την κοινωνία».

Αντίθετα, η επιμονή του στην εφαρμογή των μνημονίων, δηλαδή του πολιτικού σχεδίου των δανειστών, είναι ο δρόμος χωρίς επιστροφή προς τον πολιτικό του θάνατο.

*μέλος του Δ.Σ. του Σωματείου Εργαζομένων του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου