Τρίτη 9 Απριλίου 2013

Σαρίτα Μοντιέλ: Οταν η Ελλάδα έκλαιγε για τη «Βιολετέρα»

Σαρίτα Μοντιέλ: Οταν η Ελλάδα έκλαιγε για τη «Βιολετέρα»

Πόσες γυναίκες μπορούσαν να έχουν στα πόδια τους, ταυτόχρονα, σε ευγενή ερωτική άμιλλα τρεις από τους πιο σέξι σταρ του Χόλιγουντ - τον Μάρλον Μπράντο, τον Μπαρτ Λάνκαστερ και τον Γκάρι Κούπερ; Η Ιστορία θα το γράψει: μόνον η ισπανίδα σταρ - τραγουδίστρια και ηθοποιός - που πέθανε στα 85 της ύστερα από μια «γεμάτη ζωή», όπως έλεγε

Γυναίκα - θρύλος για τους Ισπανούς, ηθοποιός και τραγουδίστρια, βασίλισσα του μελό και βασίλισσα του ισπανικού μπολέρο στο Μεξικό, η Σάρα Μοντιέλ (Σαρίτα, για μας εδώ, στην Ελλάδα) είχε μαγέψει και αναστατώσει κόσμο με την ομορφιά, τα τραγούδια, τους έρωτες και το στυλ της, το οποίο μέχρι σήμερα την έχει αναγάγει σε καλτ ίνδαλμα και σε «μεγάλη εμμονή και μεγάλη έμπνευση» για τον Πέδρο Αλμοδόβαρ, όπως ο ίδιος λέει.

Ουρές έξω από τα σινεμά στα οποία προβαλλόταν το 1958 και στην Ελλάδα η θρυλική ταινία της «Βιολετέρα» (με συμπρωταγωνιστή τον Ραφ Βαλόνε). Κλάμα και μαντίλια για το δράμα της ηρωίδας Σολεδάδ Μορένο, που ξεκινάει παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1899. Με το εξίσου θρυλικό τάνγκο του Χοσέ Παντίγια, από το 1924, που είχε ακουστεί ως μελωδία στα «Φώτα της πόλης» του Τσάρλι Τσάπλιν και είχε δισκογραφηθεί ήδη στην Ελλάδα - σε πλάκα γραμμοφώνου - από τον Γιώργο Βιδάλη, σε στίχους Νίκου Βλυσσίδη.



Η ανάμνηση της Ελλάδας του '50 που δάκρυζε με τη «Βιολετέρα», όσο και με τα μελό της Μάρθας Βούρτση, έμεινε ζωντανή για χρόνια. «Στη Βιολετέρα έκλαψε κόσμος και ντουνιάς / βγήκαν μαντίλια να στεγνώσουν μια εποχή» τραγουδούσε στην «Καζαμπλάνκα» του, το 1993, ο αξέχαστος Δημήτρης Μητροπάνος (σε Γιάννη Σπανό - Φίλιππο Γράψα).
Το όνομα της Σαρίτα Μοντιέλ έγινε συνώνυμο του μουσικού μελό, που πέρασε σαν νευρική ώση και στην ελληνική δισκογραφία, όσο η μορφή της περνούσε σχεδόν εμμονικά στις μεταμφιέσεις των εγχώριων τραβεστί, ακολουθώντας τη μόδα των Ισπανών.
Η Ελλάδα, άλλωστε, ήταν ήδη συνηθισμένη στις ιστορίες των Κάρμεν, που η ομορφιά ή το δράμα τους έφτανε να τραγουδηθεί ακόμη και σε ρεμπέτικα. Οπως εκείνο το θρυλικό, του 1939, «Αντόνιο Βάργκας Χερέδια», με την ιστορία ενός ταυρομάχου από την Ιμπέριο Αρχεντίνα (που τη θαύμαζε ο Χίτλερ) στην ταινία «Η Κάρμεν από την Τριάνα» που φέρεται να ενέπνευσε - και ας καταρρίφθηκε στα ελληνικά δικαστήρια - το τραγούδι του Σπύρου Περιστέρη «Ο Αντώνης, ο βαρκάρης, ο σερέτης», σε στίχους Μίνωα Μάτσα (στη δισκογράφηση αποδίδεται στη γραμματέα του Πιπίτσα Οικονόμου).
Η Μοντιέλ λανσάρισε και στην Ελλάδα και άλλες μεγάλες επιτυχίες, όπως το «A Media Luz», που έδωσε αργότερα τροφή για μια παράσταση και μια δισκογραφική έκδοση του Λουκιανού Κηλαηδόνη, αναπολώντας το στυλ εκείνης της εποχής. Οταν το «A Media Luz» έπαιζε στα πικάπ και η Σαρίτα τραγουδούσε το «Τι να είναι η αγάπη» των Λυκούργου Μαρκέα - Θάνου Σοφού στα ισπανικά: «Que Sera O Amor» (1960).
Και όταν ένα θερινό σινεμά στη Λεωφόρο Ηρακλείου έφερε ώς το '70 τον τίτλο «Βιολετέρα» και η Γεωργία Βασιλειάδου παρωδούσε τη φτωχή πωλήτρια βιολετών με τη δική της επιθεωρησιακή, ξεκαρδιστική «Βιολετέρα». Ενώ τα πικάπ έπαιζαν και την ιταλική εκδοχή της «Βιολετέρα» από τη μικρή Τζιλιόλα Τσινκουέτι.
«Στα 54 χρόνια που έχουν περάσει από τον μεγάλο μου θρίαμβο, τη "Βαλένθια", το 1957, δεν έχει βγει καμία άλλη σαν κι εμένα. Καμία δεν έχει κόψει τα εισιτήρια που έκοψα εγώ. Στο Μεξικό υπάρχει ένας κινηματογράφος, στην πρόσοψη του οποίου έχει αναρτηθεί πινακίδα που γράφει ότι η ταινία μου παιζόταν διαρκώς επί τρία χρόνια. Αυτό δεν πρόκειται να επαναληφθεί» αποτιμούσε την καριέρα της, δίχως... περιττές ταπεινοφροσύνες, τον περασμένο Οκτώβριο η ίδια η Μοντιέλ, σε μια εφ' όλης της ύλης συνέντευξη στο Ινστιτούτο Θερβάντες της Νέας Υόρκης.
Η πρώτη Ισπανίδα που κατέκτησε το Χόλιγουντ ήταν ίσως και η πρώτη που κατέκτησε και τους άνδρες του. Και αυτό, μέχρι να κάνει εκεί μόλις τρεις ταινίες που την έκαναν όμως γνωστή όσο και τα κουτσομπολιά για τους έρωτες της «ισπανίδας καλλονής» ή της «Απίθανης Σάρας»: «Veracruz» το 1954 με τον Γκάρι Κούπερ. «Serenata» το 1956, όπου γνώρισε τον πρώτο της σύζυγο Αντονι Μαν, σκηνοθέτη του «Ελ Σιντ» με τον Τσάρλτον Ιστον. Και «Yuma» το 1957, που οδήγησε στην αρχική - μόνον... - υπογραφή συμβολαίου με τα στούντιο της Γουόρνερ για 12 ταινίες, με αμοιβή ένα εκατομμύριο δολάρια για καθεμία (ποσό που πήρε τελικά και για τη «Βιολετέρα», επιστρέφοντας το 1957 στην Ισπανία για να δοθεί σε νέους κινηματογραφικούς θριάμβους, με κορυφαίο το κλασικό ισπανικό φιλμ «El ultimo cuple»).
Εκείνα τα χρόνια, ύστερα και από ένα σύντομο ειδύλλιο με τον Τζέιμς Ντιν, ήταν που ο Μάρλον Μπράντο την ξυπνούσε στις πέντε το πρωί για να τη μυήσει στο «τεξάνικο πρωινό» (τηγανητά αυγά με ντομάτες) και να αρχίσουν πρόβα για το «Serenade» στις εφτά - περιστατικό που περιέφερε, διανθισμένο, τα τελευταία χρόνια στα ισπανικά πρωινάδικα. Παρ' όλα αυτά δήλωνε: «Δεν υπήρξα γκόμενα κανενός. Δεν ανήκα σε κανέναν».
Ηταν και η εποχή που θαύμασε, γνώρισε και συνδέθηκε φιλικά με τη μεγάλη κυρία της τζαζ Μπίλι Χόλιντεϊ. Και μια νύχτα, σε ένα σικ εστιατόριο της Νέας Υόρκης, τράβηξε τραπεζομάντιλα, έσπασε πιάτα και ποτήρια, έβαλε τις φωνές και κατέληξε στο αστυνομικό τμήμα, όταν της είπαν πως μπορεί να καθήσει εκείνη, όχι όμως και «η μαύρη φίλη της» (η Μπίλι). Το επεισόδιο της κόστισε πρόστιμο εξακοσίων δολαρίων.
Δεν άντεξε πολύ στην Αμερική και επέστρεψε, «εστεμμένη» πλέον βασίλισσα του μελό. «Γεννήθηκα με τύχη βουνό» έλεγε στην αυτοβιογραφία της «Vivir es un placer» («Το να ζεις είναι μια ευχαρίστηση). Στην πατρίδα της, επισήμως δεν ανακοίνωσε ποτέ τον - πολιτικό - γάμο της με τον Αντονι Μαν, ούτε και το διαζύγιό της το 1963, καθώς από την περίοδο του Φράνκο είχε συνηθίσει να υποτάσσεται στη «χριστιανική ηθική» που επέβαλε το καθεστώς και να μην ανακοινώνει τίποτε ερωτικό, πόσω μάλλον εκτός θρησκευτικών τελετουργικών.
Αυτή η αυστηρή καθολική ανατροφή της ήταν που έκανε τη Σαρίτα Μοντιέλ (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο που απέκτησε στα χρόνια που πέρασε στο Μεξικό) να διαφέρει. Διότι μπορεί να αναστάτωσε και να σκανδάλισε την υφήλιο μέσα από τη μεγάλη οθόνη, το έκανε όμως δίχως να βγάλει ούτε ένα ρούχο - ποτέ. «Εβλεπα τις άλλες να γδύνονται και ήξερα πως εγώ δεν θα τολμούσα να το κάνω ποτέ» έλεγε στα 43 της. «Κι ας μου προσέφεραν εκατομμύρια!»

Ο Πέδρο Αλμοδόβαρ στήριξε όλη την αισθητική των ταινιών του και το κινηματογραφικό... μουσικό του γούστο «πάνω στο κορμί της Σάρα Μοντιέλ», όπως ήταν και ο υπότιτλος της αφιερωματικής ταινίας του «Κακή εκπαίδευση» (2004). Ο τρανσέξουαλ ήρωας (που υποδύεται ο Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ) είναι μια Μοντιέλ με ξανθή περούκα. Οπως και οι ηρωίδες στα «Ψηλά τακούνια» αντλούν από το στυλ της Μοντιέλ, που κηδεύεται σήμερα στο Κοιμητήριο του Αγίου Ισιδώρου της Μαδρίτης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου