Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2017

Εξήντα χρόνια από τον πρόωρο θάνατο της Μαρίκας Νίνου (Δημήτρης Γκιώνης)


Η Μαρίκα Νίνου με τον Βασίλη Τσιτσάνη Ιστορικό
Γράφει ο Μάνος Χατζιδάκις στον δίσκο του «Πέριξ» (1974): «Ολη η εργασία αυτή αφιερώνεται στη μνήμη της ανεπανάληπτης Μαρίκας Νίνου, που δίχως να το ξέρει, με το μαχαίρι της φωνής της, χάραξε μέσα μας βαθιά τα ονόματα θεών της ταπεινοσύνης και της βυζαντινής παρακμής».

Ο δημοσιογράφος Πάνος Γεραμάνης, σ’ ένα αφιέρωμά του το 2003: «Η παρουσία της Μαρίκας Νίνου σηματοδότησε νέα εποχή στην ερμηνεία του λαϊκού τραγουδιού και παράλληλα εδραίωσε μια καινούργια αντίληψη στη σκηνή των λαϊκών κέντρων της εποχής του '50».

Ο μουσικολόγος και συνθέτης Γιώργος Παπαδάκης: «Οπως η σκληρή, βραχνή φωνή του Μάρκου Βαμβακάρη εικονίζει τον άντρα του ρεμπέτικου της εποχής του, έτσι και η Νίνου υλοποιεί τον γυναικείο χαρακτήρα στα τραγούδια που τα χρόνια εκείνα έγραφαν ο Τσιτσάνης, ο Παπαϊωάννου, ο Μητσάκης…». Και ο… καθ’ ύλην αρμόδιος Βασίλης Τσιτσάνης:

Είχε μια ξεχωριστή ερμηνευτική ικανότητα, είχε το κάτι άλλο… Οταν τραγουδούσε, κυριολεκτικά καθήλωνε τον κόσμο… Ηταν γεννημένη για το πάλκο…

Σε μόλις 8 χρόνια

Είναι και ο ερευνητής του ρεμπέτικου και συνθέτης Πάνος Σαββόπουλος, ο οποίος σε εκτενές κείμενό του, το 2007, για τα 50 χρόνια από τον θάνατο της Νίνου (23 Φεβρουαρίου 1957, χτυπημένη από καρκίνο στα 35 της) γράφει: «Η Μαρίκα Νίνου ήταν η μεγαλύτερη γυναικεία φωνή που πέρασε από την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Ηταν η τραγουδίστρια που άφησε βαθιά τα σημάδια της στο νεότερο ελληνικό λαϊκό τραγούδι και μέχρι σήμερα θεωρείται αξεπέραστη.


Εφτασαν μόνο οκτώ χρόνια “υπηρεσίας” της στα πάλκα και στη δισκογραφία για να αφήσει εποχή –κάτι που άλλοι δεν καταφέρνουν, παρά τα ραδιοτηλεοπτικά “δεκανίκια” που τους προσφέρουν, σε μια ζωή. Επειδή η Νίνου έζησε μόνο 35 χρόνια, δημιουργήθηκε μια εκτεταμένη μυθολογία για την καταγωγή της, την προσωπική της ζωή, την καλλιτεχνική της πορεία, ακόμα και τον θάνατό της.

Ενα σωρό ψέματα και βρομιές έχουν ειπωθεί και γραφτεί από διάφορους επιτήδειους, φαντασιόπληκτους, προχειρολόγους, ευκαιριακούς, ρεμπετοτυχοδιώκτες και προφανώς ασεβείς». Από το κείμενο αυτό του Σαββόπουλου και τα στοιχεία για το παρόν μικρό αφιέρωμα στα 60 χρόνια από τον θάνατό της.

Η Νίνου ήταν αρμενικής καταγωγής και το πραγματικό της όνομα ήταν Ευαγγελία Αταμιάν. Γεννήθηκε το 1922 στο βαπόρι «Ευαγγελίστρια», που μετέφερε την οικογένειά της (γονείς και τρία παιδιά –το ένα αγόρι) από τη Σμύρνη στον Πειραιά, κάτω από δύσκολες συνθήκες. Και καθώς επέζησε, ο καπετάνιος πρότεινε και τη βάφτισαν με τ’ όνομα του βαποριού: «Ευαγγελία».

Στην Ελλάδα εγκαταστάθηκαν στην Κοκκινιά. Μαθήτρια ακόμη, στο αρμένικο σχολείο που πήγαινε έμαθε, έπειτα από προτροπή του δασκάλου της, μαντολίνο και συμμετείχε στην ορχήστρα του σχολείου. Από μικρή φάνηκαν και τα φωνητικά της προσόντα, οπότε την καλούσαν να ψάλλει στην αρμένικη εκκλησία, ενώ κρυφά από τους δικούς της πήγαινε στα κεντράκια της Κοκκινιάς και παρακολουθούσε απ’ έξω το πρόγραμμα.

Ακροβάτις

Το 1939 παντρεύτηκε έναν συμπατριώτη της, με τον οποίο απέκτησε έναν γιο. Το 1946 το ζευγάρι χώρισε. Ηδη όμως η Νίνου είχε γνωρίσει τον ακροβάτη και θιασάρχη Νίκο (Νίνο) Νικολαΐδη, τον οποίο παντρεύτηκε και έγιναν καλλιτεχνικό ζευγάρι ακροβατών με το όνομα «Ντούο Νίνο».

Λίγο αργότερα στο ντούο προστέθηκε και ο γιος της Νίνου, οπότε μετονομάστηκε σε «Δυόμισι Νίνο». Στις παραστάσεις η Μαρίκα (το Μαρίκα από θαυμασμό της ηθοποιού πεθεράς της στη Μαρίκα Κοτοπούλη) έλεγε και κάποιο λαϊκό τραγουδάκι.

Κάποια φορά καλεσμένοι στη Σαλαμίνα στον ναύσταθμο για ακροβατικά τής ζητήθηκε να πει κι ένα τραγούδι. Στους παρευρισκόμενους ήταν και ο ηθοποιός Πέτρος Κυριακός, τη γνώρισε στον Μανώλη Χιώτη, ο οποίος και την πρωτολανσάρισε δισκογραφικά το 1948 με τα τραγούδια του «Ωρες σε κρυφοκοιτάζω» και «Θα σ' το πω το μυστικό μου».

Ακολουθεί δισκογραφική συνεργασία με τον Γιάννη Παπαϊωάννου, τον Γιώργο Μητσάκη και το 1949 με τον Τσιτσάνη, με τον οποίο έχει συνδεθεί περισσότερο τ’ όνομά της. «Για τη ζωή της Νίνου στα πάλκα έχουν γραφτεί διάφορα και συχνά ατεκμηρίωτα», γράφει ο Σαββόπουλος.

Ο χώρος, έτσι κι αλλιώς, δεν επιτρέπει εκτενέστερη αναφορά. Να προσθέσω τελειώνοντας ότι στη δισκογραφία υπάρχουν 174 τραγούδια με τη φωνή της Νίνου, το ένα τρίτο από τα οποία ανήκουν στον Τσιτσάνη, ακόμη 9 ηχογραφημένα το 1954 στην αίθουσα του «Παρνασσού», καθώς και 11 «ζωντανά» το 1955 στο κέντρο του «Τζίμη του Χοντρού». Ανάμεσα σ’ αυτά και το «Γεννήθηκα για να πονώ», που ακουμπάει και στη δική της, την ένδοξη, χαμοζωή.

Στο πλαίσιο

Παρακολουθώ στο ημέτερο φύλλο τα δημοσιεύματα της Αντας Ψαρρά και του Δημήτρη Κανελλόπουλου, τα σχετικά με την ΑΕΠΙ. Αλλά καθώς είχα χρεωθεί στο παρελθόν, στον καιρό της «Ελευθεροτυπίας», δημοσιογραφικά, τα καμώματα της εν λόγω εταιρείας αναρωτιέμαι:

Πώς με τα όσα αποκαλύπτονται (ειδικότερα σχετικά με τις ιλιγγιώδεις απολαβές των στελεχών της) δεν ξεσηκώνονται -όπως έκαναν ήδη ο Σταύρος Ξαρχάκος και ο Γιάννης Γλέζος- και τα άλλα μεγάλα ονόματα των δημιουργών (συνθέτες και στιχουργοί), που στο παρελθόν είχαν αποκαλέσει ληστρική την ΑΕΠΙ;

***

«Ηταν όλοι τους παιδιά μου», κορυφαίο έργο, όχι μόνο του Αρθουρ Μίλερ αλλά και του αμερικανικού θεάτρου. Εργο–κόλαφος κατά των πολεμοκάπηλων, πάντα επίκαιρο, στο θέατρο «Εμπορικόν» -ρεσιτάλ ερμηνείας (τι να πουν τα επίθετα;), ειδικότερα από την Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου και τον Δημήτρη Καταλειφό. Κι από κοντά οι νεότεροι Γιώργος Βουρδαμής και Δανάη Ευθυμιάδη και οι λοιποί συντελεστές, υπό τις οδηγίες του σκηνοθέτη Γιάννη Μόσχου. Παράσταση με ένταση, συγκίνηση – γεμάτη.

***

«Ομορφη και παράξενη πατρίδα», ο τίτλος ενός από τα ωραιότερα τραγούδια του πρόωρα χαμένου Δημήτρη Λάγιου (1952-1991), σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη, αλλά και ο τίτλος της συναυλίας, την Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου, ώρα 8 μ.μ. στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (αίθουσα «Τριάντη»).

Με Γιώργο Νταλάρα, Φωτεινή Βελεσιώτου, Δώρο Δημοσθένους, Υακίνθη Λάγιου, το κυπριακό φωνητικό συγκρότημα «Διάσταση», με το οποίο είχε συνεργαστεί ο Λάγιος, και δεκαμελή ορχήστρα με σολίστες μουσικούς. Τα έσοδα στο Ιδρυμα Coeurs pour Tous Hellas για τα παιδιά με συγγενή καρδιοπάθεια, ενώ οι καλλιτέχνες συμμετέχουν αφιλοκερδώς.


ΚΑΙ… βέβαια ο θαυμασμός και η αγάπη μου για τον Λουκιανό δεν εξαντλούνται στο ΚΑΙ… του περασμένου Σαββάτου. Κάτι περισσότερο εν καιρώ – ζωή να ’χουμε οι επιζώντες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου