Τετάρτη 13 Σεπτεμβρίου 2017

Γιώργος Αλεξανδρινός ή Μπιζιούρας

Αποτέλεσμα εικόνας για Αλεξανδρινος ΜπιζιουραςΟ Γιώργος Αλεξανδρινός λοιπόν δεν θα έπρεπε να χρειάζεται συστάσεις. Cut. Πάμε ξανά. Ο Γιώργος Μπιζιούρας δεν θα έπρεπε να χρειάζεται συστάσεις. Κι αυτό γιατί είναι ένας από εκείνους τους Έλληνες που, ζώντας επί πολλά χρόνια στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στο Παρίσι, δούλεψε πολύ για την προβολή της χώρας αλλά κυρίως του έμψυχου υλικού της: εικαστικών, λογοτεχνών, κινηματογραφιστών.
Ξεκινώντας την επίπονη πορεία του από τα Γρεβενά. «Η πόλη που μεγάλωσα είναι χτισμένη μέσα σε μια γούβα. Λεκανοπέδιο. Μικρό», αναφέρει ο ίδιος στο βιβλίο του, κι έχοντας να αντιπαλέψει από μικρός τις επαρχιακές προκαταλήψεις που προσπάθησαν να κάμψουν την επιθυμία του να γίνει ηθοποιός, φεύγει στη Σουηδία. Επιστρέφει στην Ελλάδα ανυπόταχτος και μετά το στρατό δουλεύει σε βιβλιοπωλεία της Θεσσαλονίκης.
 Παράλληλα σπουδάζει στη Σχολή του ΚΘΒΕ κι όταν αποφοιτά αρχίζει να δουλεύει ως ηθοποιός. Στη συνέχεια πηγαίνει στη Γαλλία για να σπουδάσει κινηματογράφο και θεατρολογία και εξασφαλίζει τα προς το ζην κάνοντας διάφορες δουλειές και κυρίως εργαζόμενος σε βιβλιοπωλεία. Αργότερα έχοντας τελειώσει τις σπουδές του εκφράζει την αγάπη του για την ελληνική λογοτεχνία κι από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή και υπεύθυνου της ελληνικής σείρας των εκδόσεων «Griot», όπου εκδίδει στα γαλλικά 13 ελληνικά βιβλία, με χρηματοδότηση του γαλλικού Εθνικού Κέντρου Βιβλίου ή κονδύλια της ΕΟΚ*. 
Αναφερόμενος σ’ εκείνη την εποχή ο συγγραφέας σήμερα τονίζει ότι τότε η Ελλάδα είχε χρηματοδοτήσει την έκδοση ενός (1) βιβλίου στα γαλλικά, την «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» του Mario Vitti και μάλιστα το κονδύλι διατέθηκε από το υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας κι όχι από το υπουργείο Πολιτισμού. Με θητεία λοιπόν στις γαλλικές εκδόσεις ο Γιώργος Αλεξανδρινός-Μπιζιούρας θεωρεί ότι, πλην ελαχίστων φωτεινών εξαιρέσεων, οι έλληνες εκδότες πάσχουν από έλλειψη εκδοτικής πολιτικής και κατατρύχονται από το σύνδρομο του μπεστ σέλερ.
Στο διάστημα όλων αυτών των χρόνων δεν σταματά ούτε στιγμή να ασχολείται με τη μεγάλη του αγάπη, τον κινηματογράφο, είτε γράφοντας άρθρα για την έβδομη τέχνη είτε βοηθώντας το Θόδωρο Αγγελόπουλο στην επιλογή τοποθεσιών για τα γυρίσματα του  «Μεγαλέξαντρου» συμμετέχοντας επίσης στο  «Τοπίο στην ομίχλη» συνδράμοντας στο γύρισμα ενός γαλλικού ντοκιμαντέρ για τον μεγάλο έλληνα σκηνοθέτη και συγγράφοντας ένα σενάριο μικρού μήκους ταινίας με τίτλο «Αλεξάνδρεια», εμπνευσμένο από ένα ποίημα του Γιώργου Χρονά. Εξάλλου και σήμερα πρωταρχικός του στόχος δεν παύει να είναι το γύρισμα αυτής της ταινίας. Γι’ αυτό όταν τον ρωτάς ποιο θεωρεί τελικά πως είναι το επάγγελμά του, απαντά κάπως συβυλλικά: «Ενδιαφέρομαι για την αναζήτηση της Τέχνης σε όλες της τις μορφές. Θα ήθελα να ήμουν κινηματογραφιστής κι εάν μέχρι σήμερα δεν το κατάφερα, το λάθος είναι των άλλων, αλλά η ευθύνη δική μου».

Ένα υποδειγματικό περιοδικό

Με μόνιμο γνώμονα την ανάδειξη της καλλιτεχνικής δημιουγίας, ο Γιώργος Μπιζιούρας εκδίδει στο Παρίσι το «θεωρείο» ένα ξεχωριστό περιοδικό τόσο από πλευράς ύλης όσο και από πλευράς εμφάνισης. Ο υπότιτλος του «μηνιαία επιθεώρηση αισθητικών και λοιπών αναζητήσεων» δίνει μια ιδέα για το περιεχόμενό του χωρίς να εκφράζει όμως απόλυτα το εύρος των θεμάτων με τα οποία ασχολήθηκε. Διότι πέρα από τα άρθρα για το θέατρο, τον κινηματογράφο, τα εικαστικά, τη λογοτεχνία την αρχιτεκτονική και τη μουσική στα 14 τεύχη του περιοδικού συναντά κανείς εκτεταμένες συνεντεύξεις με δημιουργούς και εκδότες, άρθρα με μορφή χρονικού, διηγήματα, θέματα για τον σχεδιασμό, τη φωτογραφία, κόμικ, παραμύθια κ.λπ.

Πρόσωπα και προσωπεία

«Ο έλληνας φοιτητής που αυτοκτόνησε στο Παρίσι» είναι ένα από τα μετρημένα στα δάχτυλα ενός χεριού βιβλία που ξεχώρισαν την προηγούμενη χρονιά. Πρόκειται για ένα αστυνομικοφανές μυθιστόρημα όπου μέσα από την αναζήτηση των λόγων της αυτοκτονίας του φοιτητή έχουμε μια μερική αποτίμηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των θεσμών της, της ελληνικής παροικίας του Παρισιού, του γαλλικού εκδοτικού χώρου. Παράλληλα, όμως, θίγονται και πανανθρώπινα ζητήματα όπως η αλήθεια και το ψέμα, η σχέση προσώπου με προσωπείο και γίνεται εκτενής αναφορά στο δοκίμιο του Ντιντερό «Το παράδοξο του ηθοποιού». η συνάφεια εξάλλου του συγγραφέα με το θέατρο, τη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο γίνεται φανερή και από τις άμεσες ή έμμεσες αναφορές του σ’ όλους αυτούς τους τομείς. Κάποια στιγμή ο πρωταγωνιστής αναφέρει «…εγώ είμαι ο Ντίνος Ηλιόπουλος στο « Δράκο » του Νίκου Κούνδουρου» ή αλλού «είμαι η Άννα Καρίνα στην ταινία « Made in U.S.A. » του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ».
«Κάποια στιγμή, επιλέγοντας μυθιστορήματα άλλων και συζητώντας γι’ αυτά, σκέφτηκα να γράψω ένα βιβλίο στο οποίο θα φαίνονταν και οι απόψεις μου για το πως θα πρέπει να είναι ένα μυθιστόρημα», δηλώνει ο συγγραφέας.
Ζώντας τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια στη Γαλλία, μοιάζει να διστάζει να μιλήσει για τη σημερινή Ελλάδα. «Νομίζω ότι τα ξέρετε καλύτερα από εμένα», επιμένει. «Εγώ ακούω και μαθαίνω από όλους πράγματα για τη σημερινή Ελλάδα που δεν τα αγαπώ, αλλά το σπουδαιότερο είναι ότι κι εσείς δεν τα αγαπάτε». Στο βιβλίο του κάπου αναφέρει ότι «Στην ξενιτιά δεν είσαι εσύ» και τον ρωτώ τι σημαίνει αυτό γι’ αυτόν. «Στην ξενιτιά είσαι ξένος που σημαίνει μόνος. Ξένος είναι κάποιος που δεν τον θέλει κανείς και που ίσως αυτός να ήθελε όλον τον κόσμο.Στην ξενιτιά δεν έχεις από που να πιαστείς και είσαι κατά κάποιον τρόπο « είλωτας για τους Σπαρτιάτες και προδότης για τους είλωτες », όπως λέει κι ο Άρης Αλεξάνδρου. Επιπλέον η κατάσταση των Ελλήνων στη Γαλλία είναι πολύ δύσκολη διότι οι αναφορές που έχουν οι Γάλλοι για τους Έλληνες σταματάνε στα πολύ παλαιά χρόνια κι ένας νεοέλληνας δεν έχει καμιά σύγχρονή του αναφορά για να πιαστεί από εκεί». Επιμένει λοιπόν ότι όταν βρίσκεται στην Ελλάδα νοσταλγεί το Παρίσι και καταλήγει πικρά «διότι εκεί οι άνθρωποι πεθαίνουν αξιοπρεπώς όπως θα αντιληφθήκατε πρόσφατα».
Λίλυ Εξαρχοπούλου, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου