Φεύγοντας από το σπίτι του ποιητή ξεφύλλιζα τα ποιήματά του.
Δεν ξέρω πως αντιλαμβάνεσαι εσύ τον έρωτα. Δεν είναι μόνο μούσκεμα χειλιών. Φυτέματα αγκαλιασμάτων στις μασχάλες.
Συσκότιση παραπόνων.
Παρηγοριάς σπασμών.
Είναι προπάντων επαλήθευση της μοναξιάς μας, όταν επιχειρούμε να κουρνιάσουμε σε δυσκολοκατάκτητο κορμί Σταύρος Θεοδωράκης
Με τι σκέψεις κοιμάστε τα βράδια; Τι θα πει με τι σκέψεις κοιμάμαι; Με χρωματιστά όνειρα.
Τώρα προσπαθάτε να με ρωτήσετε και πράγματα που δεν με ρώτησαν άλλοι. Αστείο, αστείο λοιπόν. Ρωτήστε τα συνηθισμένα και αυτό θα είναι πιο ωφέλιμο για σας. Τα ασυνήθιστα μπορεί και να σας πω στοπ. Δεκατρείς έρωτες κι ένας πραγματικός; Δε σας ενδιαφέρουν, τι σας ενδιαφέρει, πάμε παρακάτω.
Έχετε μια κακιά συνήθεια, όταν έρχεστε σε έναν άνθρωπο να τον ξεγυμνώσετε. Να του πάρετε τα μυστικά του, τα πάντα αλλά δεν είναι έτσι. Μην είστε τόσο αυστηρός μαζί μου. Δοκιμάστε. Έχετε αποφασίσει τι θα μου πείτε και τι δε θα μου πείτε. Ναι αλλά οι δημοσιογράφοι είναι και επικίνδυνοι κιόλα και επομένως πρέπει ως ένα σημείο να φυλαγόμαστε. Ως ένα σημείο. Ναι, ως ένα σημείο.
H λέξη έρωτας είναι τόσο φορεμένη που μπορεί να σημαίνει όλα και να μη σημαίνει και τίποτα. Σωστά. Ενώ η λέξη κάβλα.
Γιατί δε τη χρησιμοποίησαν και οι άλλοι; Δεν είχαν την ίδια τόλμη. Λέξεις που δεν επιτρέπονται και λέξεις που επιτρέπονται, δε βαριέσαι.
Καταφέρατε να απενοχοποιήσετε κάποιες λέξεις μέσω της ποίησης. Οι άνθρωποι με τη διαφορετικότητα στον έρωτα αγνοούμε ότι έχουν μια υπερευαισθησία. Όχι όλοι, γιατί υπάρχουν και τσογλάνια ελεεινά.
Οι εξόριστοι και οι αποδιοπομπαίοι μπορούν να εκφράσουν καλύτερα αυτούς που τους εξόρισαν. Οι διαφορετικοί στον έρωτα μπορεί να εκφράσουν καλύτερα τον καθαυτό έρωτα. Άρα είστε έτοιμος για τις ανδριάντες που θα σας στήσουνε. Ανδριάντες;
Εγώ είμαι φανατικός εχθρός του να πάρω κι ένα ψευτοβραβείο. Εγώ είμαι σίγουρος ότι αυτός ο δρόμος μετά από 20-30 χρόνια θα λέγεται Χριστιανόπουλου. Σ’ αυτό μία απάντηση υπάρχει: του κώλου τα εννιάμερα. Το κατεστημένο αγαπάει τους αιρετικούς όταν φύγουνε. Είχαμε το έτος Καφάβη Δεν ξέρουν ούτε τι θα πει Καβάφης. Ναι, αλλά τον τιμούν.
Και σας θα βγάλει λόγο ο νομάρχης. Δεν θα το γλυτώσετε. Στο γραφείο γράφετε; Οπουδήποτε. Στο δρόμο φερ’ ειπείν είχα κι ένα τευτεράκι και τσάκα τσάκα πίσω από ένα περίπτερο έγραφα. Ένας αληθινός ποιητής δέχεται την έμπνευση οπουδήποτε. Και στο αποχωρητήριο, στην τουαλέτα δηλαδή, κι εκεί αν έρθει, ήρθε, τι να κάνουμε; Δε μπορώ να σας φανταστώ στο κατηχητικό. Ποιο κατηχητικό; Μωρό; Μωρό ήσασταν;
Από 9 χρονών μέχρι 21. 21 δεν ήσασταν μωρό.
Και γι’ αυτό σηκώθηκα κι έφυγα. Πώς βγήκε το Χριστιανόπουλος; Ένα τόσο πολύ θεοσεβούμενο όνομα σ’ ένα ασεβές σώμα. Ναι… Και στόμα Ήμουνα 14 χρονών, παιδί δηλαδή ακόμα, ούτε καν έφηβος και έβγαινε ένα ωραίο παιδικό περιοδικό στην Αθήνα που λεγόταν «Ελληνόπουλο».
Αλλά για να σου δημοσιεύσουν συνεργασία, και γω τότε έγραφα, παιδαριώδη ποιήματα αλλά πάντως έγραφα, έπρεπε να έχεις ένα ψευδώνυμο. Μου είπαν λοιπόν «εσύ τι ψευδώνυμο διαλέγεις;» και τότε έτσι στα τυχαία λέω το Χριστιανόπουλο.
«Θέλω να νοιώσω την στοργή σου όταν με πονάς» Αυτό εξόργισε σε φοβερό βαθμό έναν πολύ σπουδαίο ηθοποιό της εποχής, τον άντρα της Κατίνας Παξινού, τον Αλέξη Μινωτή. Γιατί; Το θεώρησε ντροπή για έναν άντρα να γράφει τέτοιους πρόστυχους και σιχαμερούς στίχους.
«Όταν σε φιλώ κάτι σκοτεινιάζει μέσα μου». Είναι μια αντιστροφή. Περιμένεις από ένα φιλί αγαλλίαση κι εδώ βγαίνει ένα κατεβατό από αρνητικά αισθήματα. Εσείς έχετε μια παράξενη σχέση με το φιλί. Ή μάλλον δεν έχω. Λίγο διανοουμενίστικα το βλέπω. Δεν… το φιλί δεν είναι τίποτα, κακά τα ψέματα. Το πολύ- πολύ είναι μια ψευδαίσθηση και μεγαλώνει το χάσμα. «Κάνω να σε φιλήσω με αποστρέφεσαι.
Δεν εμπιστεύεσαι τα χείλια σου σε ένα βόθρο. Μονάχα κάτω απ’ τον αφαλό πουλιέσαι». Εάν υποτεθεί ότι ο βόθρος είμαι εγώ, πόσους ποιητές ξέρεις που έχουν παραδεχτεί αυτή η λέξη να απευθύνεται στο άτομό τους; Άρα εδώ υπάρχει και μια δύναμη έτσι; Να μπορείς να δεχτείς το χειρότερο χαρακτηρισμό.
Για την περίπτωσή σου. « Το βράδυ που έγινε ο σεισμός οι άνθρωποι έτρεξαν στα πάρκα». Ναι. «Στο πάρκο των ανώμαλων δεν πάτησε κανείς» Πρώτα-πρώτα το 1978 που έγινε ο σεισμός στη Θεσσαλονίκη, ο κόσμος τρομαγμένος άρχισε να φεύγει. Τα πάρκα ήταν τρία στη Θεσσαλονίκη. Το ένα από τα τρία ήταν το πάρκο που σύχναζαν οι ανώμαλοι. Όχι.. Όλοι οι καθώς πρέπει κύριοι που τρέχαν να σώσουν το τομάρι τους, το έσωσαν οπουδήποτε αλλού, εκτός από το πάρκο των ανωμάλων. «Καλύτερα να πάμε σινεμά βαριέμαι στο δωμάτιό σου. Ναι. «Παράξενα παιδιά. Προτιμούν να καυλώνουν εξ αποστάσεως παρά εξ επαφής» Είναι ωραίο ποίημα αυτό πάντως και καυχιέμαι που το έγραψα γιατί εκφράζει και τη νοοτροπία των νέων ανθρώπων. Πολλά πράγματα εκφράζει. «Επάνω ο ουρανός, κάτω η νύχτα, στη μέση ο αφαλός διαρκώς νυχτώνω». Είναι λάθος σα φράση γι’ αυτό, το διαρκώς νυχτώνω. Έτσι δεν είναι; Ναι, είναι λίγο θολή, αλλά περίπου αν έχεις ζήσει με ένταση τις νύχτες σου καταλαβαίνεις ότι έχει κι αυτό κάποιο νόημα.
Οι Σουηδοί βέβαια τρελάθηκαν που το βρήκαν, το διάλεξαν και το βιβλίο εξαντλήθηκε μέσα σε ένα μήνα. 11.000 αντίτυπα. Έγινε ανάρπαστο. Με βάση αυτό το ποιηματάκι. Το οποίο μεταξύ μας, δεν είναι και πολύ καλό. Τέλος πάντων τελειώσαμε. Όχι. Α, έχουμε πολύ ακόμη; Εγώ όμως άρχισα να κουράζομαι. Δεν τα μαζεύεται να φύγετε; «Πετσέτα μου που χάρηκες τόση ομορφιά έγινες πατσαβούρα από τη βρωμιά». Ότι το αποτέλεσμα της χρησιμοποιήσεως της ομορφιάς είναι το να γίνεις πατσαβούρα. Δεν το είδα γραμμένο πουθενά αλλού. Αλλά τέλος πάντων, μην με αναγκάζεις τώρα να επαινώ τα ίδια μου τα ποιήματα και καταντήσουμε στο τέλος κουλουβάχατο.
Βγαίνετε βόλτες στην πόλη πια; Λίγο. Τώρα πια γέρασα, 77 χρονών για βόλτες είμαι; Πόσο; Πόσο; 77. Παίζουμε; Γεμάτα- γεμάτα. Λοιπόν, για βόλτες δεν είμαστε. Στον καιρό μου βολτάρισα όσο χρειαζόταν. Έκανα ό,τι έκανα και τώρα τελείωσα. Τώρα περιμένω να πεθάνω. Κι αν δεν πεθάνω μόλις φύγετε, πάντως είμαι περίπου στα τελευταία μου. Δεν βαριέσαι. Το θέμα είναι με όλα τα συν και πλην, με όλες τις απαρέσκειες, τις δυσφορίες μου. Περάσαμε καλά; Χαρήκατε τη συνέντευξη; Αν τη χαρήκατε, έχετε ένα κέρδος. Τι θα κάνετε τώρα; Θα φύγετε και θα ξορκίσω το χώρο να φύγουν τα δαιμόνια. Τίποτα, κάθομαι και δουλεύω. Κι έχω δουλειά πολύ. Γράφω μια ογκώδη μελέτη για τον Tσιτσάνη. Δεν γράφεται με τις πορδές. Ξεσκιούζ μι. Φεύγοντας από το σπίτι του ποιητή ξεφύλλιζα τα ποιήματά του. «Δεν ξέρω πως αντιλαμβάνεσαι εσύ τον έρωτα. δεν είναι μόνο μούσκεμα χειλιών. φυτέματα αγκαλιασμάτων στις μασχάλες. συσκότιση παραπόνων. παρηγοριάς σπασμών. είναι προπάντων επαλήθευση της μοναξιάς μας, όταν επιχειρούμε να κουρνιάσουμε σε δυσκολοκατάκτητο κορμί». Στα περίπτερα ένα περιοδικό ψυχολογίας εξηγούσε: «ο έρωτας δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια χημική διεργασία που εξυπηρετεί τη διαιώνιση του είδους». «έρωτας; αυτό που κάνει τις βόλτες μας να αξίζουν», πρόσθεσε ένα από τα παιδιά που συναντήσαμε αυτές τις μέρες στη Θεσσαλονίκη. Πηγή: Protagon.gr
Δεν ξέρω πως αντιλαμβάνεσαι εσύ τον έρωτα. Δεν είναι μόνο μούσκεμα χειλιών. Φυτέματα αγκαλιασμάτων στις μασχάλες.
Συσκότιση παραπόνων.
Παρηγοριάς σπασμών.
Είναι προπάντων επαλήθευση της μοναξιάς μας, όταν επιχειρούμε να κουρνιάσουμε σε δυσκολοκατάκτητο κορμί Σταύρος Θεοδωράκης
Με τι σκέψεις κοιμάστε τα βράδια; Τι θα πει με τι σκέψεις κοιμάμαι; Με χρωματιστά όνειρα.
Τώρα προσπαθάτε να με ρωτήσετε και πράγματα που δεν με ρώτησαν άλλοι. Αστείο, αστείο λοιπόν. Ρωτήστε τα συνηθισμένα και αυτό θα είναι πιο ωφέλιμο για σας. Τα ασυνήθιστα μπορεί και να σας πω στοπ. Δεκατρείς έρωτες κι ένας πραγματικός; Δε σας ενδιαφέρουν, τι σας ενδιαφέρει, πάμε παρακάτω.
Έχετε μια κακιά συνήθεια, όταν έρχεστε σε έναν άνθρωπο να τον ξεγυμνώσετε. Να του πάρετε τα μυστικά του, τα πάντα αλλά δεν είναι έτσι. Μην είστε τόσο αυστηρός μαζί μου. Δοκιμάστε. Έχετε αποφασίσει τι θα μου πείτε και τι δε θα μου πείτε. Ναι αλλά οι δημοσιογράφοι είναι και επικίνδυνοι κιόλα και επομένως πρέπει ως ένα σημείο να φυλαγόμαστε. Ως ένα σημείο. Ναι, ως ένα σημείο.
H λέξη έρωτας είναι τόσο φορεμένη που μπορεί να σημαίνει όλα και να μη σημαίνει και τίποτα. Σωστά. Ενώ η λέξη κάβλα.
Γιατί δε τη χρησιμοποίησαν και οι άλλοι; Δεν είχαν την ίδια τόλμη. Λέξεις που δεν επιτρέπονται και λέξεις που επιτρέπονται, δε βαριέσαι.
Καταφέρατε να απενοχοποιήσετε κάποιες λέξεις μέσω της ποίησης. Οι άνθρωποι με τη διαφορετικότητα στον έρωτα αγνοούμε ότι έχουν μια υπερευαισθησία. Όχι όλοι, γιατί υπάρχουν και τσογλάνια ελεεινά.
Οι εξόριστοι και οι αποδιοπομπαίοι μπορούν να εκφράσουν καλύτερα αυτούς που τους εξόρισαν. Οι διαφορετικοί στον έρωτα μπορεί να εκφράσουν καλύτερα τον καθαυτό έρωτα. Άρα είστε έτοιμος για τις ανδριάντες που θα σας στήσουνε. Ανδριάντες;
Εγώ είμαι φανατικός εχθρός του να πάρω κι ένα ψευτοβραβείο. Εγώ είμαι σίγουρος ότι αυτός ο δρόμος μετά από 20-30 χρόνια θα λέγεται Χριστιανόπουλου. Σ’ αυτό μία απάντηση υπάρχει: του κώλου τα εννιάμερα. Το κατεστημένο αγαπάει τους αιρετικούς όταν φύγουνε. Είχαμε το έτος Καφάβη Δεν ξέρουν ούτε τι θα πει Καβάφης. Ναι, αλλά τον τιμούν.
Και σας θα βγάλει λόγο ο νομάρχης. Δεν θα το γλυτώσετε. Στο γραφείο γράφετε; Οπουδήποτε. Στο δρόμο φερ’ ειπείν είχα κι ένα τευτεράκι και τσάκα τσάκα πίσω από ένα περίπτερο έγραφα. Ένας αληθινός ποιητής δέχεται την έμπνευση οπουδήποτε. Και στο αποχωρητήριο, στην τουαλέτα δηλαδή, κι εκεί αν έρθει, ήρθε, τι να κάνουμε; Δε μπορώ να σας φανταστώ στο κατηχητικό. Ποιο κατηχητικό; Μωρό; Μωρό ήσασταν;
Από 9 χρονών μέχρι 21. 21 δεν ήσασταν μωρό.
Και γι’ αυτό σηκώθηκα κι έφυγα. Πώς βγήκε το Χριστιανόπουλος; Ένα τόσο πολύ θεοσεβούμενο όνομα σ’ ένα ασεβές σώμα. Ναι… Και στόμα Ήμουνα 14 χρονών, παιδί δηλαδή ακόμα, ούτε καν έφηβος και έβγαινε ένα ωραίο παιδικό περιοδικό στην Αθήνα που λεγόταν «Ελληνόπουλο».
Αλλά για να σου δημοσιεύσουν συνεργασία, και γω τότε έγραφα, παιδαριώδη ποιήματα αλλά πάντως έγραφα, έπρεπε να έχεις ένα ψευδώνυμο. Μου είπαν λοιπόν «εσύ τι ψευδώνυμο διαλέγεις;» και τότε έτσι στα τυχαία λέω το Χριστιανόπουλο.
«Θέλω να νοιώσω την στοργή σου όταν με πονάς» Αυτό εξόργισε σε φοβερό βαθμό έναν πολύ σπουδαίο ηθοποιό της εποχής, τον άντρα της Κατίνας Παξινού, τον Αλέξη Μινωτή. Γιατί; Το θεώρησε ντροπή για έναν άντρα να γράφει τέτοιους πρόστυχους και σιχαμερούς στίχους.
«Όταν σε φιλώ κάτι σκοτεινιάζει μέσα μου». Είναι μια αντιστροφή. Περιμένεις από ένα φιλί αγαλλίαση κι εδώ βγαίνει ένα κατεβατό από αρνητικά αισθήματα. Εσείς έχετε μια παράξενη σχέση με το φιλί. Ή μάλλον δεν έχω. Λίγο διανοουμενίστικα το βλέπω. Δεν… το φιλί δεν είναι τίποτα, κακά τα ψέματα. Το πολύ- πολύ είναι μια ψευδαίσθηση και μεγαλώνει το χάσμα. «Κάνω να σε φιλήσω με αποστρέφεσαι.
Δεν εμπιστεύεσαι τα χείλια σου σε ένα βόθρο. Μονάχα κάτω απ’ τον αφαλό πουλιέσαι». Εάν υποτεθεί ότι ο βόθρος είμαι εγώ, πόσους ποιητές ξέρεις που έχουν παραδεχτεί αυτή η λέξη να απευθύνεται στο άτομό τους; Άρα εδώ υπάρχει και μια δύναμη έτσι; Να μπορείς να δεχτείς το χειρότερο χαρακτηρισμό.
Για την περίπτωσή σου. « Το βράδυ που έγινε ο σεισμός οι άνθρωποι έτρεξαν στα πάρκα». Ναι. «Στο πάρκο των ανώμαλων δεν πάτησε κανείς» Πρώτα-πρώτα το 1978 που έγινε ο σεισμός στη Θεσσαλονίκη, ο κόσμος τρομαγμένος άρχισε να φεύγει. Τα πάρκα ήταν τρία στη Θεσσαλονίκη. Το ένα από τα τρία ήταν το πάρκο που σύχναζαν οι ανώμαλοι. Όχι.. Όλοι οι καθώς πρέπει κύριοι που τρέχαν να σώσουν το τομάρι τους, το έσωσαν οπουδήποτε αλλού, εκτός από το πάρκο των ανωμάλων. «Καλύτερα να πάμε σινεμά βαριέμαι στο δωμάτιό σου. Ναι. «Παράξενα παιδιά. Προτιμούν να καυλώνουν εξ αποστάσεως παρά εξ επαφής» Είναι ωραίο ποίημα αυτό πάντως και καυχιέμαι που το έγραψα γιατί εκφράζει και τη νοοτροπία των νέων ανθρώπων. Πολλά πράγματα εκφράζει. «Επάνω ο ουρανός, κάτω η νύχτα, στη μέση ο αφαλός διαρκώς νυχτώνω». Είναι λάθος σα φράση γι’ αυτό, το διαρκώς νυχτώνω. Έτσι δεν είναι; Ναι, είναι λίγο θολή, αλλά περίπου αν έχεις ζήσει με ένταση τις νύχτες σου καταλαβαίνεις ότι έχει κι αυτό κάποιο νόημα.
Οι Σουηδοί βέβαια τρελάθηκαν που το βρήκαν, το διάλεξαν και το βιβλίο εξαντλήθηκε μέσα σε ένα μήνα. 11.000 αντίτυπα. Έγινε ανάρπαστο. Με βάση αυτό το ποιηματάκι. Το οποίο μεταξύ μας, δεν είναι και πολύ καλό. Τέλος πάντων τελειώσαμε. Όχι. Α, έχουμε πολύ ακόμη; Εγώ όμως άρχισα να κουράζομαι. Δεν τα μαζεύεται να φύγετε; «Πετσέτα μου που χάρηκες τόση ομορφιά έγινες πατσαβούρα από τη βρωμιά». Ότι το αποτέλεσμα της χρησιμοποιήσεως της ομορφιάς είναι το να γίνεις πατσαβούρα. Δεν το είδα γραμμένο πουθενά αλλού. Αλλά τέλος πάντων, μην με αναγκάζεις τώρα να επαινώ τα ίδια μου τα ποιήματα και καταντήσουμε στο τέλος κουλουβάχατο.
Βγαίνετε βόλτες στην πόλη πια; Λίγο. Τώρα πια γέρασα, 77 χρονών για βόλτες είμαι; Πόσο; Πόσο; 77. Παίζουμε; Γεμάτα- γεμάτα. Λοιπόν, για βόλτες δεν είμαστε. Στον καιρό μου βολτάρισα όσο χρειαζόταν. Έκανα ό,τι έκανα και τώρα τελείωσα. Τώρα περιμένω να πεθάνω. Κι αν δεν πεθάνω μόλις φύγετε, πάντως είμαι περίπου στα τελευταία μου. Δεν βαριέσαι. Το θέμα είναι με όλα τα συν και πλην, με όλες τις απαρέσκειες, τις δυσφορίες μου. Περάσαμε καλά; Χαρήκατε τη συνέντευξη; Αν τη χαρήκατε, έχετε ένα κέρδος. Τι θα κάνετε τώρα; Θα φύγετε και θα ξορκίσω το χώρο να φύγουν τα δαιμόνια. Τίποτα, κάθομαι και δουλεύω. Κι έχω δουλειά πολύ. Γράφω μια ογκώδη μελέτη για τον Tσιτσάνη. Δεν γράφεται με τις πορδές. Ξεσκιούζ μι. Φεύγοντας από το σπίτι του ποιητή ξεφύλλιζα τα ποιήματά του. «Δεν ξέρω πως αντιλαμβάνεσαι εσύ τον έρωτα. δεν είναι μόνο μούσκεμα χειλιών. φυτέματα αγκαλιασμάτων στις μασχάλες. συσκότιση παραπόνων. παρηγοριάς σπασμών. είναι προπάντων επαλήθευση της μοναξιάς μας, όταν επιχειρούμε να κουρνιάσουμε σε δυσκολοκατάκτητο κορμί». Στα περίπτερα ένα περιοδικό ψυχολογίας εξηγούσε: «ο έρωτας δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια χημική διεργασία που εξυπηρετεί τη διαιώνιση του είδους». «έρωτας; αυτό που κάνει τις βόλτες μας να αξίζουν», πρόσθεσε ένα από τα παιδιά που συναντήσαμε αυτές τις μέρες στη Θεσσαλονίκη. Πηγή: Protagon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου