Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2019

Ο Χρήστος στο μπλόκο στο Δομένικο. Του Λευτέρη Τζιόλα


Το Σάββατο, 16/2., ήμουν ομιλητής στην εκδήλωση Μνήμης και Τιμής για τους Εκτελεσθέντες και το Ολοκαύτωμα του Δομένικου (16 -17 Φεβρουαρίου 1943), προσκεκλημένος από το Δήμαρχο Ελλασόνας, κ. Δ.Ευαγγέλου, που πραγματοποιήθηκε στον τόπο της θυσίας, στο Καυκάκι.
Αντί ομιλίας εκφώνησα προς Τιμήν των Εκτελεσθέντων Ελλήνων Πατριωτών, το ποίημά μου, που γράφτηκε για τον Χρήστο Ι.Τζιόλα, θείο μου (αδερφό του πατέρα μου, Γιώργου Τζιόλα), ο οποίος ήταν μεταξύ των 135 μαρτύρων της Ελευθερίας και της Πατρίδας.
Ο Χρήστος Ι. Τζιόλας (‘‘Τσέμπος’’) μεταξύ των Ελλήνων Πατριωτών συνελήφθη και στήθηκε μαζί με όλους τους άλλους απέναντι στο Ιταλικό στρατιωτικό απόσπασμα.
Κατά την ώρα της σφαγής, πάνω στην εκτέλεση, διέφυγε βαριά τραυματισμένος.
Χωρίς, όμως, να κατορθώσει μέχρι τέλους να σωθεί...

Το ποίημα μου, που παρουσίασα -απέδωσα μπροστά στο Μνημείο των Νεκρών είναι το παρακάτω :





Ο Χρήστος στο μπλόκο στο Δομένικο.
----------------------------------------------------

Να ξεκινάμε απ΄ τους νεκρούς.
Μνημονεύετε πάντα τους νεκρούς,
στην ψυχή σας κρατάτε τους νεκρούς της θυσίας,
την αφετηρία μας, τα μέτωπα τους ορίζουν,
όπως αντικρίζουν γυμνά και αγέρωχα, την Ανατολή.

Μας κουβάλησαν,
μέσα από διαδρομές αίματος και μονοπάτια άγραφα,
μέχρι εδώ.
Κι αν είναι ν΄ απογειωθούμε,
τους πίσω κινητήρες ασφαλείας μας έχουν χαρίσει.
Κι αν είναι να οπισθοχωρήσουμε,
την τελευταία γραμμή άμυνας ορθώνουν.

Ο Χρήστος, ο ''Τσέμπος'', στο μπλόκο στο Δομένικο.
Ψηλός, ξανθός, σφιχτοδεμένος
απ΄ της Πίνδου τα γυρίσματα και την άσκηση,
μ΄ έναν ήλιο να γέρνει στον χρυσοπράσινο κάμπο των ματιών του,
με χείλη σφιγμένα, μελανωμένα,
το πρόσωπό του, αγάλματος στιλπνότητα προτομής,
μες στις γροθιές του να σφίγγει των συντρόφων τα χέρια
κι ένα σήμα λευτεριάς κι αθανασίας, βαθιά προς το μέλλον,
αυτή η αλυσίδα πάλλει και μεταφέρει.


Στο μπλόκο, στο Δομένικο, τα Ιταλικά αυτόματα θερίζουν.
Η αλυσίδα των ζωντανών λυγίζει, γονατίζει και σπάει,
βόγγοι νεκρών κι αντήχηση όπλων,
αίμα ποτίζει τη γη τους, της σποράς και της βοσκής.

Ο γοργοπόδαρος Χρήστος, τινάζεται τραυματισμένος,
σκυφτός και σβέλτος,
φεύγει,
πιο ταχύς απ΄ το άνεμο, στην πλαγιά
που κάθε της πέτρα τον γνωρίζει, κάθε πουρνάρι τον γνέφει,
φεύγει,
μ' ένα αυλάκι αίμα πίσω του,
τα δόντια του τρίζουν, ανάσα τυμπάνου στα στήθη του,
φεύγει ...
Κι εκεί που αγγίζει τ΄ όνειρο,
στη τελευταία δρασκελιά,
-βοήθα Παναγιά ! -
στο σκάπετο,
να γυρίσει πίσω απ΄ το βουνό,
-βοήθα Θέε μου ! -
στο φρύδι,
κατακτητών γρυλίσματα και πυροβόλα ξερνούν στο λιγνό του κορμί...

Δεν είναι ο Χρήστος, ετούτος,
- κανένας Χρήστος δεν είναι -
μια ανάγλυφη, παγωμένη γραφή, μια αράδα σε μια πλάκα μαρμάρινη,
στον τόπο θυσίας.
Ένα αιώνιο σμίξιμο είναι με το Μίκα, το μικρό αδερφό του,
άταφο κοντά στ΄ Αργυρόκαστρο, όπου μ΄ ''Αέρα'', εφορμούσε στο θάνατο.
Η βαθειά ρυτίδα της Ιστορίας που αποτυπώνει την πίκρα της είναι.
Το δάκρυ μου είναι.
Του πατέρα μου ένα μόνιμος κόμπος
κι ένα βλέμμα του πέρα στον ορίζοντα, σαν να τον ανταμώνει, είναι.
Ο αδερφός μου είναι.
Η μνήμη του, σαν αετός που σπάει τα όρια, είναι.
Η γυναίκα, που τον αγάπησε κι έμεινε πίσω, αστεφάνωτη,
εκεί, να τον περιμένει, είναι.
Τα παιδιά του, που δεν γεννήθηκαν είναι.

Δεν χάνεται κανείς,
όταν πεθαίνει στης Λευτεριάς το σύνορο,
για όλους μας !
...............................................................

Τιμή και Δόξα στους Μάρτυρες - Νεκρούς !

Ελευθέριος Τζιόλας 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου